Ο μύθος
Greek
Ένα μύθο θα σας πω
που τον μάθαμε παιδιά.
Ήταν κάποιος μια φορά
που ’φυγε στην ερημιά.
Κι από τότε στα βουνά
ζούσε πια με το κυνήγι.
Κι από μίσος στις γυναίκες
δεν κατέβη στο χωριό.
Για τον μύθο που μας λέτε
άλλον μύθο θα σας πω.
Ήταν κάποιος μια φορά
δίχως σπίτι και γωνιά.
Για τους άνδρες είχε φρίκη
κι ένα μίσος φοβερό.
Όμως όλες τις γυναίκες
τις αγάπαγε, θαρρώ.
English
I’ll tell you a story
that we learnt as kids
There was someone, once
who went away into the wilderness
And from then on, up on the mountains
he used to live off hunting
And out of hatred to women
he didn’t go down to the village
About the story you’re telling us
I’ll tell you another one, instead
There was someone, once
with no home or nook of his own
Towards men, he had loathing
and horrible hatred
As for all women though,
he did love them, I believe
παιδιά
The word here means ‘as children’, ‘when we were children’. This pattern is common with Greek words like έφηβη - έφηβος ‘teenager’, ενήλικας ‘adult’, μεγάλη - μεγάλος ‘grown-up / old’, μικρή - μικρός ‘young / child’, etc.
κατέβη
In everyday Modern Greek, this form would be κατέβηκε ‘she/he/it descended, went down’. The form κατέβη is archaic.
δίχως
A more poetic way to say ‘without’.
θαρρώ
A formal or poetic way to say ‘to reckon’, ‘to believe’. In other words, a synonym of πιστεύω/ νομίζω.